- Ιπποκράτης
- ογιατρός της αρχαίας Ελλάδας (6ος-5ος αι. π.Χ.), πατέρας της ιατρικής.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Ἱπποκράτης — Ἱπποκράτη fem gen sg (attic epic ionic) Ἱπποκράτης masc acc pl (attic epic doric) Ἱπποκράτης masc nom/voc pl (doric aeolic) Ἱπποκράτης masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ιπποκράτης — I (Κως 460; – Λάρισα 377 π.Χ.). Γιατρός. Θεωρείται ο επιφανέστερος γιατρός της αρχαιότητας, θεμελιωτής της επιστημονικής ιατρικής. Για τη ζωή του πολλά στοιχεία παραμένουν άγνωστα. Ήταν γιος γιατρού, ενώ γιατροί, επίσης φημισμένοι, ήταν οι δύο… … Dictionary of Greek
ἱπποκρατῆς — ἱπποκρατέω to be superior in horse pres ind act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἱπποκράτης — ἱ̱πποκράτης , ἱπποκρατέω to be superior in horse imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἱπποκρατέω to be superior in horse imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Καραβίας, Ιπποκράτης — (Ιθάκη 1866 – 1954). Νομομαθής και λόγιος. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Γαλλία και στην Ιταλία και διορίστηκε σε ανώτερες διοικητικές θέσεις μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα. Αντιπροσώπευσε… … Dictionary of Greek
Ἱπποκράτει — Ἱπποκράτης masc nom/voc/acc dual (attic epic) Ἱπποκράτεϊ , Ἱπποκράτης masc dat sg (epic ionic) Ἱπποκράτης masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱπποκράτεα — Ἱπποκράτης masc acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱπποκράτεις — Ἱπποκράτης masc nom/voc pl (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱπποκράτεος — Ἱπποκράτης masc gen sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἱπποκράτευς — Ἱπποκράτης masc gen sg (epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)